Ομιλία David Pammenter

Στοχασμοί για το θέατρο ως εκπαίδευση, για την ανάπτυξη του ανθρώπου και την οικοδόμηση του μέλλοντος

  Είχα πει εδώ και καιρό: «Δεν μπορούμε να προσποιούμαστε ότι οι κοινωνικοπολιτικοί παράγοντες που διέπουν τη ζωή των ενηλίκων δεν διέπουν και τη ζωή των παιδιών. Και εφόσον έτσι έχουν τα πράγματα, αν η πρόσβαση στη γνώση συνιστά ένα είδος ελευθερίας, τότε πρέπει να βοηθήσουμε τα παιδιά να γνωρίσουν τους παράγοντες αυτούς, ώστε  να μπορέσουν να τους διερευνήσουν και, αν επιλέξουν να τους αμφισβητήσουν, να είναι σε θέση να το κάνουν.» Αν θέλετε το πιστεύετε, αλλά υπήρξα κι εγώ νέος, κάποτε!

Τι σημαίνει, λοιπόν, να είσαι άνθρωπος;

Η αίσθηση που έχουμε για την ύπαρξή μας, για το «είναι» μας, καθορίζεται από πολλούς παράγοντες. Αίσθηση του χώρου, του τόπου και της ταυτότητάς μας αρχίζουμε να αποκτάμε από τη στιγμή που γεννιόμαστε, καθώς ως νεογέννητα προσπαθούμε να κατανοήσουμε και να νοηματοδοτήσουμε την πραγματικότητά μας. Η ίδια η ζωή θέτει ενώπιόν μας την ανθρώπινη ανάγκη να κατανοούμε και να μαθαίνουμε να προβλέπουμε, να προσαρμοζόμαστε και να επιβιώνουμε. Καθώς αναπτύσσουμε την ικανότητα να κατανοούμε και προσαρμοζόμαστε σε νέα δεδομένα, αναζητάμε μαζί με άλλους και βρίσκουμε δικές μας πηγές, προκειμένου να διασφαλίσουμε την ύπαρξή μας. Οι διαδικασίες του είναι και του γίγνεσθαι είναι διαδικασίες συλλογικές και ατομικές  και προϊόντα αλληλεπίδρασης. Το προσωπικό δεν είναι προσωπικό, αν απουσιάζει το έτερο, το κοινωνικό. Οι εμπειρίες και οι αντιλήψεις μας εξαρτώνται από την υλική πραγματικότητα της ζωής μας και από την δύναμη της δημιουργικότητάς μας ως ανθρώπινων όντων. Πηγή αυτής της δύναμης είναι η φαντασία μας.

Το κλειδί τόσο για την κατανόηση όσο και για τη νοηματοδότηση της  πραγματικότητάς μας  βρίσκεται στην κριτική σκέψη, στην ανάλυση της εμπειρίας μας και στη δράση που αναλαμβάνουμε. Ως ανθρώπινα όντα, είναι ανάγκη να εξετάζουμε την πραγματικότητα που προσλαμβάνουμε και, όπου χρειάζεται, να την αλλάζουμε και να την αναδημιουργούμε. Με τις ιδέες μας παίζουμε, τις κάνουμε πρόβα, προτού τις δοκιμάσουμε στην πραγματική ζωή. Το θέατρο μας δίνει αυτή τη δυνατότητα. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι πολύ σημαντικές διαδικασίες της δημιουργικής και της  φαντασιακής μας αντίληψης  θα καθορίσουν την ανάπτυξη και την επιβίωσή μας ή το αντίθετο. Η μάθηση και η προσαρμογή είναι οι κινητήριες δυνάμεις της αλλαγής. Είμαστε υπεύθυνοι για την ανάπτυξή μας και, καθώς ονοματοδοτούμε και δημιουργούμε τον κόσμο ως πολίτες, γινόμαστε υποκείμενα της δικής μας εξέλιξης και όχι αντικείμενα κάποιου άλλου. Αυτή είναι η επιταγή της εποχής μας για τον άνθρωπο.

Πώς κατανοούμε, λοιπόν, τον κόσμο; Τι είναι «μάθηση», «εκπαίδευση», «σχολείο»;

Τι είναι η γνώση; Η μάθηση πηγάζει από την ανάγκη για γνώση. Αρχίζει με τις ερωτήσεις του παιδιού. Σήμερα, σε όλο τον κόσμο, η έννοια της εκπαίδευσης με επίκεντρο τον μαθητή, η οποία ξεκινά από τα ερωτήματα, από τις ανάγκες και από τις εμπειρίες τους, έχει εγκαταλειφθεί σε μεγάλο βαθμό ή περιθωριοποιηθεί, με πλήρη αδιαφορία για τις προσωπικές ιστορίες των μαθητών. Αυτή η περιθωριοποίηση της πραγματικής ιστορίας των ανθρώπων είναι μία από τις προϋποθέσεις της απο-ιστορικοποίησης. Χάνοντας την αίσθηση της ιστορίας μας, ξεκοβόμαστε από τις συλλογικές μας ταυτότητες. Η ατομική, κοινωνική και πολιτισμική αίσθηση του ποιοι είμαστε, τι έχουμε κάνει και τι μπορούμε ακόμα να επιτύχουμε κατακερματίζεται, και έτσι φτάνουμε στο σημείο να πιστεύουμε τα επικρατούντα αφηγήματα για το τι μπορούμε και τι δεν μπορούμε να κάνουμε, ποιοι μπορούμε και ποιοι δεν μπορούμε να είμαστε ή να μην είμαστε. Δεν εμπιστευόμαστε τον εαυτό μας να εκφράσει την ανάγκη μας να γνωρίζουμε. Παύουμε να θέτουμε ερωτήματα για τον κόσμο στον οποίο ήρθαμε να ζήσουμε.

Ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει στα εκπαιδευτικά συστήματα από τότε που καθιερώθηκε η μαζική εκπαίδευση τον 19ο αιώνα, πράγμα που δεν είχε να κάνει τόσο με την εκπαίδευση όσο με τις ανάγκες των κυρίαρχων ελίτ. Υπήρχαν τα σχολεία για αυτούς που προορίζονταν για τις ηγετικές θέσεις, και τα σχολεία που έδιναν στις μάζες μόνο όσες δεξιότητες απαιτούνταν για να δουλέψουν, έτσι ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες της κοινωνίας με τρόπο που να αφήνει άθικτη την καθεστηκυία τάξη.

Εν ολίγοις, τα παιδιά διδάσκονταν να είναι χρήσιμα, αλλά να γνωρίζουν ταυτόχρονα ποια είναι η θέση τους. Έτσι, λοιπόν, οι φορείς κοινωνικοποίησης, οι νόμοι, οι τελετουργίες, τα διάφορα συστήματα και οι σχετικές με την θρησκεία και την κοινωνική τάξη ορθοδοξίες έπαιζαν τον ρόλο τους, για να διασφαλίσουν πως θα παραμείνει αδιασάλευτη η ισχύουσα τάξη πραγμάτων.

Τα ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν στον εικοστό πρώτο αιώνα είναι τόσο επιτακτικά τώρα όσο ήταν και πριν από σχεδόν διακόσια χρόνια. Ποιος είναι ο πραγματικός σκοπός της εκπαίδευσης;  Ποιον αφορά η εκπαίδευση και γιατί;

Σε γενικές γραμμές, η σχολική εκπαίδευση υπαγορεύει την αξία που προσδίδεται γενικά στις διάφορες εκφάνσεις του πολιτισμού, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών μας τελετουργικών και των μορφών αναπαράστασης, όπως είναι η λογοτεχνία, το θέατρο και οι εικαστικές τέχνες. Κατά τον ίδιο τρόπο, οι ιστορίες της ζωής μας έχουν διαμορφωθεί από τις  επιλογές αναλυτικών προγραμμάτων, που έκαναν άλλοι για μας, και τα οποία έχουν επηρεάσει αποφασιστικά τις αντιλήψεις που έχουμε  για τους εαυτούς μας ως ιστορικές ανθρώπινες υπάρξεις. Έχουμε εσωτερικεύσει μια διαστρεβλωμένη άποψη για τη θέση μας στα πράγματα, και με αυτό τον τρόπο βοηθάμε να επιβεβαιώνονται τα στρεβλά μετα-αφηγήματα που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την πραγματική εμπειρία ζωής μας. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα, με κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις, ελάχιστη σχέση έχει με την κριτική σκέψη και την αυθεντική ανθρώπινη ανάπτυξη.

Τι είναι, λοιπόν, οι ιδέες και ποιοι τις  υποστηρίζουν ή τις ελέγχουν;

«Οι ιδέες της άρχουσας τάξης είναι σε κάθε εποχή οι κυρίαρχες ιδέες. Mε άλλα λόγια, η οικονομικά κυρίαρχη δύναμη της κοινωνίας είναι ταυτόχρονα και η πνευματικά κυρίαρχη», μας λέει ο Καρλ Μαρξ.

Αν η ανάλυση του Μαρξ είναι σωστή, πρέπει να θέσουμε το εξής ερώτημα: «Πώς ήρθε η κυρίαρχη τάξη στην εξουσία και με ποιο τρόπο διατηρεί αυτή την εξουσία, τη στιγμή που οι ιδέες της μάχονται τα συμφέροντα της πλειοψηφίας του ανθρώπινου είδους;»

Είναι φανερό πως αυτές οι ιδέες και η δύναμη που τις υποστηρίζει υπάρχουν ως οι διάφορες ορθοδοξίες που επιβιώνουν σε βάρος της προσωπικής, κοινωνικής, πολιτισμικής και πολιτικής μας ελευθερίας. Εξουσιάζουν την πολιτισμική και κοινωνική μας πραγματικότητα. Η «κανονικοποίηση» του φόβου, του ρατσισμού, του μισογυνισμού, της αποδυνάμωσης, του πολιτισμικού και του κοινωνικού διαχωρισμού, η αναγκαστική διάσταση του εαυτού από τον άλλον αποτελούν όλα συνιστώσες της συνειδητής απο-ανθρωποποίησης.

 Η περιθωριοποίηση και η φίμωση της δημιουργικότητας και της φαντασίας μας από τους «ηγέτες» μας και γενικότερα από τους κρατούντες, μας οδηγεί σε μια περιορισμένη αντίληψη του εαυτού μας. Μας ωθεί να επιδιώκουμε τη δύναμη που δίνει το χρήμα  και να επιδιδόμαστε στον καταναλωτισμό. Έτσι, μέσα από τη δημιουργία και την επιβολή καταναλωτικού εθισμού καταστρέφεται η δυνατότητα να ολοκληρωθούμε ως άνθρωποι σε προσωπικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Σε τέτοιες ανήθικες διαδικασίες η ανθρωπιά μας πεθαίνει.

Τα εθνικά κράτη με την επίφαση δημοκρατίας που τα χαρακτηρίζει, έχουν κλέψει από τον λαό την πρακτική της διακυβέρνησης εξ ονόματος του λαού και την αρχή της εκλογής αντιπροσώπων του λαού. Τα  έχουν ενσωματώσει στην κουλτούρα θανάτου της σημερινής  παγκόσμιας τάξης. Αυτό δεν είναι τυχαίο.

«Βλέπω στο εγγύς μέλλον να πλησιάζει μια κρίση που μου προξενεί μεγάλη ανησυχία και με κάνει να τρέμω για την ασφάλεια της χώρας μου […] Οι πολυεθνικές εταιρείες έχουν ανέβει στον θρόνο και θα ακολουθήσει μια εποχή διαφθοράς στα υψηλά κλιμάκια. Η οικονομική δύναμη της χώρας θα χρησιμοποιηθεί, για να παρατείνει η διαφθορά τη βασιλεία της, εκμεταλλευόμενη τις προκαταλήψεις των ανθρώπων, μέχρις ότου ο πλούτος συγκεντρωθεί σε λίγα χέρια και η Δημοκρατία καταστραφεί …», γράφει ο Αβραάμ Λίνκολν το 1861.

Το μέλλον που προέβλεψε ο Λίνκολν αποτελεί πλέον παγκόσμια πραγματικότητα  και έχει επιπτώσεις σε όλους μας. Σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από έναν τέτοιο οικονομικό και πολιτικό παραλογισμό, ποιες είναι οι ευθύνες μας ως ανθρώπων του θεάτρου, παιδαγωγών, θεωρητικών της εκπαίδευσης και πολιτών -εμψυχωτών; Πώς αποφεύγουμε να γίνουμε συναυτουργοί στην κουλτούρα της ανοχής, της σιωπής, της αυτολογοκρισίας και της περιθωριοποίησης; Και, αντίθετα, πώς μπορούμε να χτίσουμε δυναμικά μαζί με τα παιδιά μας μια κουλτούρα διερεύνησης και αποδοχής; Πρέπει να θέσουμε το σωκρατικό ερώτημα, το «Γιατί;», για να οδηγηθούμε στη νέα γνώση και κατανόηση, που μας επιτρέπει να εξελιχθούμε και να ανθίσει η ανθρωπιά μας. Για να γίνει αυτό, χρειάζεται να εξετάσουμε δύο βασικές πραγματικότητες: την κουλτούρα και την επικοινωνία.

Kουλτούρα και επικοινωνία

H κουλτούρα είναι προϊόν απόσταξης της κοινωνικής εμπειρίας, καθώς οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με τις πραγματικότητες της ύπαρξης. Κατασκευάζει την εικόνα που έχουν οι άνθρωποι για τον εαυτό τους και για τον κόσμο και απαιτεί αποτελεσματική κοινωνική επικοινωνία. Αυτή καθαυτή η επικοινωνία είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη της κοινωνίας διότι, ουσιαστικά, εκφράζει και διαμορφώνει τις ανθρώπινες σχέσεις. Σήμερα, λοιπόν, ποιος κατέχει και ελέγχει τα μέσα επικοινωνίας και προς το συμφέρον τίνος; 

Η εκπαίδευση και η επικοινωνία είναι βασικά πολιτισμικά στοιχεία, από τα οποία εξαρτιόνταν πάντα οι κοινότητες των ανθρώπων, προκειμένου να αποκτήσουν αίσθηση της ταυτότητας και της ιστορίας τους. Ο τρόπος με τον οποίο μια κοινωνική ομάδα βλέπει τον εαυτό της,  προωθεί τις ιδέες, τις αξίες, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της, είναι σύμφυτος με το εκπαιδευτικό της σύστημα. Ζούμε σε έναν κόσμο όπου η συνεχής ροή «πληροφορίας» αντικαθιστά την ανάλυση και τη σκέψη, επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα και καθορίζει το τι αντιλαμβανόμαστε ως αλήθεια. Οι πληροφορίες που μας σερβίρονται ως αλήθεια καθιστούν περιττή την ανάγκη για ανάλυση ή περαιτέρω έρευνα. Έτσι διαβρώνουν τη φαντασία μας και την ικανότητά μας για κριτική σκέψη. Το θέατρο και η διαδικασία της θεατρικής δημιουργίας κάνουν το εντελώς αντίθετο. Απαιτούν εξαντλητική έρευνα και ανάλυση, και έτσι μας θέτουν ερωτήματα σαν εκείνα που θέτει το παιδί που διψά να μάθει. 

Σήμερα, ο κατεξοχήν τρόπος με τον οποίο βλέπουν, ακούν και αντιλαμβάνονται οι περισσότεροι άνθρωποι είναι επηρεασμένος και ιδεολογικά καθορισμένος από την αδιάλειπτη πλύση εγκεφάλου των συστημάτων επικοινωνίας που διευθύνονται από ολιγάρχες, όπως  ο Ρούπερτ Μέρντοχ.

Ο άλλος τρόπος, ο ανθρώπινος, σε όλη την πληρότητα και την πολυπλοκότητά του, πρέπει πάντα να παραμένει έξω από αυτά τα γυαλιστερά, διαρκώς αυτοανανεούμενα καταναλωτικά τείχη που μας φυλακίζουν, καθώς μας κάνουν να φθονούμε ψεύτικα όνειρα. Σε έναν τέτοιο κόσμο, η διαχωρισμός του δασκάλου από τον μαθητή, του καλλιτέχνη από το κοινό, της αλήθειας από το ψέμα, της δράσης από την αδράνεια, είναι αναγκαίος, για να διαχωριστεί ο εαυτός από τον άλλον, με σκοπό να διασφαλιστεί ότι η διασύνδεση των οδών της ζωής απαγορεύεται. Αυτή είναι η συνθετική πραγματικότητα που ανακατασκευάζεται συνεχώς, για να εγγυηθεί την εκούσια συμμετοχή μας στο πλαίσιό της. Και πάλι το θέατρο και η διαδικασία της θεατρικής δημιουργίας απορρίπτουν αυτήν την άψυχη πρόταση. Αντί για αυτή, πρέπει να καταρρίψουμε τα τείχη της απομόνωσης και του κοινωνικού κατακερματισμού.

Τι είναι, λοιπόν, οι καλλιτέχνες και ποιος είναι ο ρόλος τους σε έναν τέτοιο κόσμο;

 Όλοι οι άνθρωποι έχουν την ικανότητα να δημιουργούν τέχνη, λόγω της δύναμης που έχει η δημιουργική τους φαντασία. Οι καλλιτέχνες ανέκαθεν αναζητούσαν και διερευνούσαν τον πολιτισμικό, κοινωνικό και πολιτικό χώρο άλλων κόσμων και πραγματικοτήτων.

Γι’ αυτό ο καλλιτέχνης, σαν το παιδί, πάντα θέτει ερωτήματα, καθώς βάζει τη φαντασία του στην υπηρεσία της καλλιτεχνικής δημιουργίας και της επικοινωνίας. Ταυτόχρονα, συνεισφέροντας στον πολιτισμό, μαθαίνει και ο ίδιος. Η καλλιτεχνική δημιουργία θέτει ερωτήματα που δεν αφορούν μόνο την κοινωνική πραγματικότητα μέσα στην οποία ζουν οι καλλιτέχνες και τη ζωή τη δική τους, αλλά αφορούν και τους άλλους γύρω τους κι εκείνους που θα γεννηθούν αργότερα.

Αν προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε την ιστορία και την απο-ιστορικοποίηση ημών και των άλλων, πρέπει να στραφούμε στην ιστορία της θεατρικής τέχνης και της καλλιτεχνικής αναπαράστασης. Αυτά υπάρχουν παράλληλα με τις καταγεγραμμένες ή επιλεγμένες πολιτισμικές, θρησκευτικές και πολιτικές ορθοδοξίες που επιβάλλονται από εκείνους που ασκούν κοινωνικό, πολιτισμικό και πολιτικό έλεγχο σήμερα. Πρέπει να παρατηρήσουμε με κριτικό πνεύμα, να ερευνήσουμε και να αναστοχαστούμε. Πρέπει να αναζητήσουμε και να βρούμε τις πραγματικές ιστορίες της ανθρώπινης εμπειρίας. Αυτές οι ιστορίες απέχουν πολύ από τις παραπλανητικές ερμηνείες που μας προσφέρουν συχνά οι κυβερνώντες μας,  για να εξυπηρετήσουν τις τρέχουσες ατζέντες τους. Ιστορικά, η συνεισφορά των καλλιτεχνών υπήρξε πάντοτε η πολιτισμική αντίστιξη, το διαφορετικό, το εναλλακτικό όραμα. Μας έχουν παραδώσει καταγραφές της  κοινωνικής και πολιτισμικής πραγματικότητας της εποχής τους, όπως οι ίδιοι την προσελάμβαναν. Το έργο τους μπορεί προσωρινά να περιθωριοποιείται, να εμπορευματοποιείται ή και να αγνοείται, αλλά η καταγραφή της ζωής και τα ερωτήματα που θέτουν τα έργα τους αποτελούν πολύτιμη κληρονομιά. Ας μην ξεχνάμε πως οι κοινωνίες μας είχαν το θέατρο και την τέχνη ως μορφές επικοινωνίας πολύ πριν αποκτήσουν σχολεία.

Αν το μέλλον της ανθρωπότητας οριστεί και περιοριστεί αποκλειστικά και μόνο από την ιδεολογία και τις βασισμένες στην πλεονεξία ανάγκες και επιταγές οποιωνδήποτε κρατούντων, τότε ίσως και να μην υπάρχει καμιά ελπίδα εξέλιξης. Αυτή είναι η επισφαλής κατάσταση της ανθρωπότητας την παρούσα χρονική στιγμή. Μια τέτοια κατάσταση χρειάζεται επείγουσα αντιμετώπιση, γιατί είναι πιο επικίνδυνη από ότι σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή της ιστορίας μας. Η συνθετική  μονόπλευρη καταναλωτικοκεντρική κουλτούρα της νεοφιλελεύθερης οικονομίας, η οποία έχει επιβληθεί σε όλον τον κόσμο, καταστρέφει τις δυνατότητες των ανθρώπων να σχεδιάζουν και να οικοδομούν ένα μέλλον που θα διασφαλίζει την επιβίωση του ίδιου του ανθρώπινου είδους. Οι τέχνες και οι καλλιτέχνες μάς υπενθυμίζουν μέσα από το έργο τους την ανθρώπινη διάσταση αυτού του διλήμματος.

Τι είναι, λοιπόν, το θέατρο;

Το θέατρο και οι διαδικασίες της θεατρικής πρακτικής και δημιουργίας είναι ανάγκη και μπορούν να προωθούν τη διερεύνηση των πραγματικών νοημάτων, των αντιφάσεων, της αληθινής μας εμπειρίας και του πώς αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο μας ως όντα κοινωνικά. Ως καλλιτέχνες του θεάτρου και παιδαγωγοί είτε συμβάλλουμε στον αγώνα για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων του παιδιού, είτε γινόμαστε με το θέατρό μας πολιτισμικά εργαλεία των κρατούντων, οι οποίοι απαιτούν σιγή και υποταγή στο πρότυπο του κέρδους υπεράνω κάθε ανθρώπινης ανάγκης. Για να γίνουμε δημιουργοί ενός δυναμικού θεάτρου που θα έχει σχέση με τα ζητήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία, πρέπει να μας απασχολήσουν ορισμένα βασικά ερωτήματα: «Τι είναι θέατρο;», «Σε ποιους απευθύνεται και τι λέει;», «Ποια είναι η κοινωνική και παιδαγωγική του λειτουργία;», «Από ιστορική άποψη, ποια είναι η προέλευσή του και γιατί είναι αυτή που είναι;»

Το θέατρο στην καλύτερή του εκδοχή είναι συλλογική δράση και διερεύνηση της ανθρώπινης εμπειρίας. Είναι τόπος συνάντησης και ανταλλαγής ιδεών, αντιλήψεων και εμπειριών, τόπος και χώρος δημόσιου διαλόγου και αλληλεπίδρασης του εαυτού με τον άλλον. Είναι χώρος που μας δίνει την ευκαιρία να εξετάσουμε τις αξίες μας, προσωπικές, κοινωνικές, πολιτικές και ηθικές. Είναι μέσο συλλογικού και προσωπικού αναστοχασμού. Στο θέατρο μπορούμε να θέσουμε σε αμφισβήτηση την πραγματικότητά μας και να αναστρέψουμε κανόνες που κάποτε τους θεωρούσαμε αποδεκτούς. Είναι χώρος διασκέδασης και αμηχανίας, χώρος άβολος κάποιες φορές, που μέσα του τα πράγματα μπορεί να επινοηθούν εκ νέου, να γεννηθούν όνειρα και να ανθίσει η δημιουργική μας φαντασία. Είναι χώρος δημόσιας συνάντησης και ανταλλαγής ιδεών, όπου η επινόηση μπορεί να δημιουργήσει νέα νοήματα και ο άνθρωπος να εξελιχθεί. Στο θέατρο η μάθηση μπορεί να οδηγήσει στην αλλαγή. Είναι χώρος μεταμόρφωσης.

Ποια, λοιπόν, θα μπορούσε να είναι η θεατροπαιδαγωγική μας;

Υποστηρίζω ότι, καθώς εξελίσσεται η ζωή των ανθρώπων, οι κοινωνίες και ο πολιτισμός μπορούν να αναπτυχθούν και να επιβιώσουν μέσα από τη δημιουργικότητα και τη φαντασία που χαρακτηρίζουν τις τέχνες. Το έργο και οι αναλύσεις των Πάουλο Φρέιρε, Ιβάν Ίλλιτς, Λεβ Βιγκότσι και άλλων μας προσφέρουν χρήσιμα μοντέλα ανάπτυξης του ανθρώπου και παιδοκεντρικής μάθησης. Χρειάζεται να αναπτύξουμε μια παιδαγωγική πρακτική «θεάτρου ως εκπαίδευση», η οποία θα βασίζεται σε συνεργατικές στρατηγικές διδασκαλίας και μάθησης, που είναι σύμφυτες με την καλλιτεχνική δημιουργική έκφραση, τη διαδικασία της θεατρικής επινόησης και την παραστασιακή μεθοδολογία . Πρώτα πρέπει να κοιτάξουμε και να δούμε τους εαυτούς μας, να αναγνωρίσουμε την κοινή μας πραγματικότητα και να αντιληφθούμε ότι η μεταμόρφωση του άλλου αρχίζει με τη δική μας μεταμόρφωση.

«Μόνο αν διδαχτούμε από την πραγματικότητα, μπορεί η πραγματικότητα να αλλάξει», μας λέει ο Μπέρτολτ  Μπρεχτ.

Πρέπει να θέσουμε ερωτήματα. Γιατί είναι οι ζωές μας όπως είναι; Πώς αναπτύσσουμε την αναλυτική και την κριτική μας ικανότητα; Πώς μαθαίνουμε να εμπιστευόμαστε τη φαντασία  τη δημιουργικότητά μας; Ποιοι περιορισμοί τίθενται στην ελευθερία μας να επιλέγουμε;  Τι θέλουμε να πούμε στους άλλους  με το θέατρό μας; Ποιες δεξιότητες χρειάζεται να αναπτύξουμε ως ηθοποιοί και περφόρμερς; Πώς δουλεύουμε στο θέατρο της επινόησης και πώς δομούμε το υλικό μας σε αυτό το είδος θεάτρου; Τι ρόλο παίζουν το οπτικό, το ηχητικό και το κιναισθητικό στοιχείο; Τι πρέπει να γνωρίζουμε και τι χρειάζεται να κάνουμε, για να δημιουργήσουμε το θέατρο που εμείς θέλουμε; Είναι ανάγκη να αναπτύξουμε τις δεξιότητές μας στα διάφορα είδη θεάτρου, στην κίνηση, στον χορό, στη μουσική και στη φωνητική.

Όλοι μαζί χρειάζεται να δούμε σε ποιον δρόμο βαδίζουμε και να εξετάσουμε αν ο προορισμός και η πορεία μας έχουν ή δεν έχουν κάποια χρησιμότητα για εμάς και για τους γύρω μας. Κι αφού ορίσουμε τους στόχους μας, πρέπει να προσπαθήσουμε μαζί με τους συνταξιδιώτες μας να απελευθερώσουμε την παιδαγωγική των τεχνών για την ανάπτυξη του ανθρώπου και τη συνεργατικότητα. Η ανάληψη δράσης για αλλαγή έχει ανάγκη τη φαντασία. Η φαντασία έχει άμεση σχέση με την επιθυμία και την ικανότητά μας να αναζητούμε και να βρίσκουμε πώς συνδέονται μεταξύ τους οι ιδέες, τα εννοιολογικά πλαίσια και η ανάλυση της πραγματικότητάς μας. Μας επιτρέπει να φέρνουμε ιστορικά γεγονότα και να τα αναλύουμε στο παρόν. Γι’ αυτό παίζει καταλυτικό ρόλο στην ανάπτυξη της ικανότητάς μας να συμμετέχουμε στη δημιουργία του μέλλοντος. Μαζί με τα παιδιά μας πρέπει να αρχίσουμε να δημιουργούμε το θέατρό μας, με σαφή κατανόηση της ιστορίας, της θεωρίας και της πρακτικής του κυρίαρχου νεοφιλελεύθερου λόγου. Ο νεοφιλελευθερισμός είναι η τελευταία και η πιο ακραία μορφή καπιταλιστικής εξουσίας χωρίς κοινωνική ευθύνη. Είναι ανάγκη να το αντιληφθούμε αυτό, προκειμένου να μπορέσουμε να οικοδομήσουμε μια παιδαγωγική κουλτούρα στον αντίποδα της κυρίαρχης, καθώς και το δικό μας παιδαγωγικό αφήγημα. Πρέπει συνειδητά να τα αλλάξουμε τα πράγματα. Στον σημερινό μας κόσμο ως οικοδόμοι του μέλλοντος, πρέπει να τολμήσουμε να κόψουμε τα σχοινιά της συνενοχής, που μας συνδέουν με τις κυρίαρχες ορθοδοξίες. Πρέπει να απελευθερωθούμε και να απελευθερώσουμε ο ένας τον άλλον μέσα από τη δημιουργική δράση της οικοδόμησης του δικού μας μέλλοντος. Μαζί με τα παιδιά και τις κοινότητές μας είναι ανάγκη να δημιουργήσουμε ένα πρόγραμμα σπουδών, μια θεατρική πρακτική, ένα σαφές σχέδιο συνεργατικής δράσης, που θα απαντούν στο φλέγον ερώτημα:

«Γιατί ο κόσμος είναι έτσι όπως είναι και τι πρέπει να κάνουμε;» Το πρόγραμμα σπουδών στα σχολεία ΜΑΣ και στα πανεπιστήμια ΜΑΣ και η θεατρική πρακτική ΜΑΣ πρέπει να έχουν τις ρίζες τους στην ανθρώπινη ανάγκη, στις ανάγκες μας και στις ανάγκες των παιδιών μας. Πρέπει να πάρουμε  στα χέρια μας  τον έλεγχο της δουλειάς μας,  της ζωής μας και των θεσμών μας. Τα ιστορικά πρότυπα πολιτισμικών, κοινωνικών και πολιτικών περιορισμών χρειάζεται να παραμεριστούν. Πρέπει να αποκτήσουμε τον έλεγχο του συστήματος εκπαίδευσης, μάθησης και διδασκαλίας, τόσο ως προς τη μορφή όσο  κυρίως ως προς το περιεχόμενό του. Αν αυτό μας φέρνει σε αντίθεση με τα επιβληθέντα συστήματα των κρατούντων, ας είναι. Η ελευθερία είναι μια αλήθεια που κερδίζεται με σκληρό αγώνα, δεν είναι αγαθό διαπραγματεύσιμο.

Το θέατρο ως εκπαίδευση, που δημιουργείται από τα παιδιά με την υποστήριξη του πολίτη -ηθοποιού/ εκπαιδευτικού είναι μια μορφή ανθρωποκεντρικής πολιτισμικής δράσης. Μπορεί να μας βοηθήσει να αντισταθούμε και να ανακτήσουμε την κυριότητα της ζωής μας. Άνθρωποι του θεάτρου και καλλιτέχνες υπήρχαν πάντα κι έχουμε πολλά ιστορικά παραδείγματα για τον ρόλο που έπαιξαν το θέατρο και οι τέχνες ως εκπαίδευση και ως επικοινωνία για την κοινωνική αλλαγή. Τέτοια παραδείγματα αποτελούν μεταξύ άλλων ο  ζογκλέρ του 13ου αιώνα, ο Μπρέγκελ και ο Πικάσο, ο Σαίξπηρ, ο Μπρεχτ, ο Ντάριο Φο και πολλοί άλλοι.

Τα τελευταία 60 χρόνια δημιουργήσαμε τα Θεατροπαιδαγωγικά Προγράμματα, το Εκπαιδευτικό Δράμα, το Θέατρο για την Ανάπτυξη, το Θέατρο στην Κοινότητα, το Λαϊκό Θέατρο και πολλά προγράμματα τεχνών και πολιτισμού για την αλλαγή και τη μεταμόρφωση, σε πολλά και διαφορετικά πλαίσια σε όλον τον κόσμο, αντλώντας από πολλές διαφορετικές πολιτισμικές παραδόσεις. Έχουμε στη διάθεσή μας πολλές διαφορετικές προσεγγίσεις και μεθοδολογίες. Μπορούμε να αντλήσουμε από όλα αυτά και να δημιουργήσουμε τις δικές μας νέες σύγχρονες μορφές. Προκειμένου να δημιουργήσουμε και να αντισταθούμε, πρέπει να αναπτύξουμε τις παιδαγωγικές μας ικανότητες και τις πρακτικές μας δεξιότητες στην τέχνη του θεάτρου. Έτσι θα μπορέσουμε να κάνουμε τις φωνές μας να ακουστούν και να συμβάλουμε στην απαιτούμενη προσωπική, κοινωνική και πολιτική αλλαγή. Και όπως λέει ο Λίνκολν:

«Η φιλοσοφία της σχολικής αίθουσας σε μια γενιά θα είναι η φιλοσοφία της κυβέρνησης στην επόμενη».

ΟΛΑ τα παιδιά πρέπει να έχουν πρόσβαση στο εκπαιδευτικό δράμα και στο θέατρο ως διαδικασίες νοηματοδότησης, κατά τις οποίες συναντιούνται η εμπειρία της ζωής με τη φαντασία. Πρόκειται για εμπειρία απολύτως απαραίτητη και μοναδική, που θα τους δώσει ελπίδα για ένα διαφορετικό αύριο. Η συμμετοχή στη θεατρική δημιουργία και στη θεατρική πράξη μέσα από την παράσταση συνιστά την απελευθερωτική παιδαγωγική πρακτική του θεάτρου ΩΣ εκπαίδευση. Μια πρακτική κατά την οποία οι συμμετέχοντες είναι οικοδόμοι του μέλλοντος. Αποτελεί την δυνάμει ανθρώπινη εξέλιξη, την οποία εμείς, τα παιδιά μας και ο δυστυχισμένος κόσμος μας έχουμε ανάγκη και αξίζουμε. Έτσι, μαζί με τα παιδιά μας, ας αρχίσουμε την οικοδόμηση του μέλλοντος. «Να δημιουργείς σημαίνει να αντιστέκεσαι, να αντιστέκεσαι σημαίνει να δημιουργείς», είπε ο Στεφάν Εσέλ. Και είχε δίκιο! Ας ανθίσει η φαντασία και η δημιουργική μας αντίσταση κι ας επικρατήσει η παιδαγωγική της ελπίδας!  Αν δεν τα καταφέρουμε, θα θέσουμε το μέλλον μας σε κίνδυνο. Σας ευχαριστώ.

David Pammenter, Ναύπλιο 2018

Μετάφραση από την αγγλική γλώσσα: Τζένη Καραβίτη

Περισσότερες Πληροφορίες; Επικοινωνήστε μαζί μας

Video

Φωτογραφίες


Μάγδα Μάρα-Διαθλάσεις